Πρωί πρωί με τη δροσούλα ξεκινήσαμε από το ξενοδοχείο στο Chetumal για τα σύνορα μοιρασμένοι σε taxi. Καθώς η Ματίνα και εγώ είχαμε το γνωστό θέμα με την τουριστική μας κάρτα, έπρεπε να συμπληρώσουμε άλλο ένα έγγραφο (που έλεγε ακριβώς τα ίδια με τα προηγούμενα) για να μας αφήσουν να περάσουμε. Ευτυχώς δεν μας ζήτησαν να πληρώσουμε τίποτα, πιο πολύ τους ενδιέφεραν τα Ελληνικά μας διαβατήρια, παρα οι τυπικές μας διατυπώσεις, άλλωστε είναι πολύ χλωμό να είχαν ξαναδεί Έλληνες σε αυτά τα μέρη. Ήταν και αρκετά νωρίς το πρωί και είναι πιθανό να τους πιάσαμε και στον ύπνο.
Καθότι η Amber είχε ήδη περάσει τα σύνορα την προηγούμενη μέρα, εμείς αναγκαστήκαμε να περάσουμε τη νεκρή ζώνη πεζή, κουβαλώντας την προίκα μας στις πλάτες μας.
Μπαίνοντας στην Belize με χαρά ανακαλύψαμε ότι η επίσημη γλώσσα της είναι τα Αγγλικά και έτσι μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε πιο άνετα. Βέβαια μιλάνε με κάποια σχετική προφορά, αλλά όπως και να έχει καταλαβαίνουμε πιο πολλά από τα Ισπανικά. Επίσης ο πληθυσμός είναι σαφώς πιο αφροκεντρικός από το Μεξικό.
Στην Belize πληρώνεις για να βγεις από τη χώρα και όχι για να μπεις, έτσι περάσαμε αρκετά γρήγορα τις διατυπώσεις και κάτσαμε στο πάρκινγκ του τελωνειακού σταθμού από την πλευρά της Belize όπου περιμέναμε τον αρχηγό με το φορτηγό να έρθει να μας πάρει. Η πλάκα είναι ότι οι τελωνειακοί κατάσχεσαν τα μήλα που είχαν μερικά από τα κορίτσια…που έκαναν το λάθος και τα δήλωσαν. Μας το είπαν με πόνο καθώς περίμεναν πεινασμένες στο πάρκινγκ. Η Belize απαγορεύει την εισαγωγή φαγητών και ποτών στην χώρα. Αργότερα μάθαμε ότι κατάσχεσαν και 2 κιβώτια μπύρες από τον Russ που είχε στο φορτηγό… τον πιάσανε ελαφρώς αδιάβαστο.
Περιμέναμε και περιμέναμε και ψάχναμε να βρούμε τίποτα φαγώσιμο. Επικρατούσε απίστευτη νέκρα καθώς ήταν πολύ νωρίς το πρωί και ούτε οι συνηθισμένοι ανταλλαγείς χρημάτων δεν είχαν εμφανιστεί. Τα «σύνορα» δεν ήταν τίποτα το φοβερό, ένα κτίριο από κάθε πλευρά, μια γέφυρα πάνω από ένα ρυάκι/ποταμό να τα ενώνει και αρκετό συρματόπλεγμα τριγύρω να χάνεται μέσα στη ζούγκλα (ήθελα να ήξερα που τελείωνε αυτός ο φράχτης).
Πέρναγε η ώρα και αυξανόταν η κίνηση στο πέρασμα, μερικά mini-van έπαιρναν τον κόσμο που πέρναγε τα σύνορα και κάπου τους πήγαινε, στο σταθμό των λεωφορείων ίσως;
Σχολιάστε